Friday, June 18, 2010



Κεράσια / Μετρήσιμη μονάδα θέρους
Μικροί στρόγγυλοι καρποί ευεξίας
Δροσίζουνε τα μάτια και τη γεύση
Το τραγανό τους σχήμα δονείται στην ένταση του κόκκινου
Το σώμα του καλοκαιριού διαθλάται στην κερασένια σάρκα
Ο λογισμός ολοκαρπώνεται σε άνωση και διαστολή
Ο βίος ευκολύνεται~~~



Thursday, June 10, 2010

Στρατής Βογιατζής, Εσωτερικός κόσμος, μαστιχοχώρια, η έκθεση και το βιβλίο




Στα πλαίσια της Photobiennale/Φωτοσυγκυρία Θεσσαλονίκης με θέμα: Τόπος, επισκέφτηκα την έκθεση του Στρατή Βογιατζή για τα σπίτια στα μαστιχοχώρια της Χίου. Το στήσιμο της έκθεσης και η επιλογή του χώρου ήταν πολύ πετυχημένα. Οι φωτογραφίες κολλούσαν σαν δεύτερο δέρμα στους φθαρμενους τοίχους ενός παλιού Χαμάμ,(Λουτρά Παράδεισος, Bey Hamam ( en.wikipedia.org/wiki/Bey_Hamam ), συνομιλούσαν με την ηχώ των θόλων, με τα μισοσβυσμένα μοτίβα, την ιστορία τόσων χρόνων, την μνήμη του νερού...
Ο χώρος αναδείκνυε τις φωτογραφίες και το αντίστροφο...
-
Στο τέλος της έκθεσης, παρακολουθώ το καλογυρισμένο video κι ακούω τον ίδιο τον φωτογράφο να μιλά για την δουλειά του, το σκεπτικό, τον χρόνο που του πήρε, τους ανθρώπους που συνάντησε, το πως οι εσωτερικοί αυτοί χώροι που κρατούσαν την αισθητική και την μνήμη μιας εποχής κι ενός τρόπου ζωής του υπέδειξαν τον τρόπο που έπρεπε να τους προσεγγίσει...
Οι φωτογραφίες μοιάζουν με πίνακες ζωγραφικούς, που κρύβουν στην φαινομενική τους στατικότητα απίστευτη δυναμική, ενέργεια και συναίσθημα. Δωμάτια-πυρήνες που περικλείουν σιωπές ,ψίθυρους, αρώματα, πνοές, απόηχους... κόγχες μνήμης. Η απουσία ανθρώπινης μορφής δεν αποκλείει την διάχυτη Παρουσία μέσα από τα αντικείμενα και τα χέρια που τα διάλεξαν και τα χησιμοποίησαν, τα έπιπλα και τα σώματα που άφησαν το αποτύπωμά τους πάνω τους, την διάταξη τους, την φθορά τους...


Η απόκτηση του λευκώματος ήταν φυσικά το επόμενο βήμα. Η απόλαυση συνεχίζεται στο σπίτι μου, καθώς ξεφυλίζω το βιβλίο, ξεπηδούν και θροΐζουν εικόνες, λεπτομέρειες, ήχοι, μυρωδιές, αποχρώσεις, σκιές, υφές.... Στο βιβλίο παρατίθεται εισαγωγή του Γιώργου Πίττα, πρόλογος του Δήμου Αβδελιώδη και σημείωμα του φωτογράφου . Οτι καλύτερο έχω δεί και διαβάσει τον τελευταίο καιρό.



"Εισχωρώντας στο εσωτερικό των Ματσιχοχωρίων διείσδυσα σε ένα κόσμο όπου η απλότητα και η παράδοση σφιχταγκαλιασμένες κατά τη διάρκεια τόσων χρόνων έχουν μπολιάσει την εσωτερικότητα κάθε σπιτιού και έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους στα θεμέλια κάθε δωματίου..."


Στρατής Βογιατζής, Εσωτερικός κόσμος, μαστιχοχώρια, εκδ. seppuku, Θεσσαλονίκη 2009.
*
Εξαιρετικό το site του φωτογράφου εδώ:
http://www.stratisvogiatzis.com/projects/inner-world






Sunday, June 6, 2010

Εκείνο ακριβώς το μπλε


Anna Seghers, Εκείνο ακριβώς το μπλε, μτφρ.Γιώργου Δεπάστα, εκδόσεις Αγρα, 2002, σελίδες 131, (Das wirkliche blau, 1967), Επίμετρο της Hélène Roussel + Αναλυτικό Χρονολόγιο.

Ένα χαμηλόφωνο παραμύθι με δοκιμασίες, ένα ταξίδι αναζήτησης που αποδεικνύει την "Δύναμη των αδυνάτων".
«Αγαπούσε το μπλέ του σαν να ήταν το πεπρωμένο του. Και χωρίς αμφιβολία ήταν το πεπρωμένο του. Επρεπε να το ανακαλύψει. Στο τέλος βρίσκει κανείς αυτό που του ανήκει». 29

Στο πρώτο μέρος του βιβλίου παρακολουθούμε την ήρεμη και φτωχική ζωή του Μεξικανού αγγειοπλάστη Μπενίτο, ο οποίος, μαζί με τη γυναίκα του Λουίζα και τα παιδιά του, επιβιώνει πουλώντας στο παζάρι της γειτονικής πόλης τα κεραμικά του. Κάθε αγγειοπλάστης χρησιμοποιεί ένα συγκεκριμένο χρώμα, κι ο Μπενίτο χρησιμοποιεί ένα πολύ ιδιαίτερο μπλέ που δίνει χαρακτήρα κι ομορφιά στα κεραμικά του κι έχει φανατικούς πελάτες που μοιάζει να σαγηνεύονται από την ιδιαίτερη ποιότητα και την ένταση του συγκεκριμένου μπλέ.
Η ζωή της οικογένειας και η ήρεμη ροή των πραγμάτων αναταράσσεται από ένα γεγονός. Υπάρχει πόλεμος στην Ευρώπη(β`παγκόσμιος) και η εισαγωγή του συγκεκριμένου μπλε από την γερμανική εταιρεία που το παράγει είναι αδύνατη. {Εμεση αναφορά στο μεγάλο φαρμακευτικό τραστ IG-Farben, της οποίας η θυγατρική Hochst παράγει το μπλέ χρώμα. Αυτό το τραστ διαλύθηκε από τους Συμμάχους το 1945 επειδή είχε λάβει μέρος στον αφανισμό των κρατουμένων, καθώς τους εκμεταλευόταν αδίστακτα ως χέρια εργασίας στα εργοστάσιά του που βρίσκονταν κοντά στα στρατόπεδα θανάτου}(σημείωση στο επίμετρο).

Ο Μπενίτο αδυνατεί να καταλάβει ακριβώς, πως γίνεται, ένας πόλεμος στην άλλη μεριά του πλανήτη να επηρεάζει με τέτοιον τρόπο την δική του καθημερινότητα και την επιβίωση της οικογένειας του, καθώς, χωρίς το μπλέ χρώμα θα χάσει όλους του τους πελάτες που τον προτιμάνε ακριβώς γι`αυτό.

Η έλλειψη του μπλε μπορούμε να πούμε ότι σημαίνει: α)ακύρωση της καλλιτεχνικής ιδιότητας και της ικανότητας για έκφραση μέσα από την πρώτη ύλη. β) ακύρωση της ιδιότητας του αγειοπλάστη και κατά συνέπεια της δυνατότητας επιβίωσης μέσα από την πώληση του προϊόντος που παράγει γ) ακύρωση της προσωπικής ευχαρίστησης μέσα από την ενατένιση της ενέργειας αυτού του τόσο ιδιαίτερου μπλε, δ) ακύρωση της ευχαρίστης να παράγει ένα έργο που εκτός από χρηστικό αντικείμενο ευχαριστεί τους άλλους και τους επηρεάζει αισθητικά και ψυχικά ακόμη κι αν δεν μπορούν να το εκφράσουν.

Μετά από παρότρυσνη της θείας Εουσέμπια ξεκινά ένα μακρύ ταξίδι σε αναζήτηση ενός μακρινού ξαδέρφου, του σακάτη Ρουμπέν, ο οποίος χρησιμοποιώντας λαθραία τα περισσεύματα από τις πέτρες ενός μεταλλείου, κατάφερε να βγάλει σε σκόνη αυτό το μαγικό μπλέ.

Παρακολουθούμε κατά πόδας τις περιπέτειες και τις δοκιμασίες του Μπενίτο. Πως ένας φτωχός, αγράμματος, απλοϊκός αγγειοπλάστης που δεν είχε βγεί από τα στενά σύνορα της οικογένειας, του σπιτιού του και της πόλης του καταφέρνει καλύψει μια τόσο μεγάλη απόσταση, να γνωρίσει άγνωστες περιοχές, νοοτροπίες και τρόπους ζωής, να συγχρωτιστεί με αγνώστους και να τους κερδίσει, να δουλέψει περιστασιακά, να δοκιμάσει το ποτό, την υποψία ότι θα μπορούσε να κάνει μια διαφορετική ζωή κάπου αλλού. Πως καταφέρνει με τα πενιχρά του μέσα να φτάσει στον στόχο του και να κερδίσει το μπλέ των ονείρων του.

Ένα ταξίδι «Ανοικείωσης» με στόχο την Οικειοποίηση {εκ νέου , και με τις δικές του δυνάμεις}του ποθητού μπλέ και της δυνατότητας να ορίζει την ζωή του και το πεπρωμένο του. Στο τέλος επανέρχεται η αρχική τάξη, όμως ο ήρωας είναι διπλά κερδισμένος γιατί διαθέτει πλέον, όχι μόνο το μπλε, αλλά και τον πλούτο του ταξιδιού, των εμπειριών και την ορμή της προσπάθειας.

Δεν είναι μόνο θέμα επιβίωσης. Είναι θέμα αισθητικής και σαγήνης, η αναζήτηση του ωραίου, της ποιότητας, του υψηλού στην καθημερινή ζωή. Είναι θέμα του να ξεπερνάς τα στεγανά και τα στενά όρια της γνωστής ζωής σου, ν`αφήσεις για λίγο την ζεστασιά του οικείου και του καθημερινού για να κρατήσεις στα χέρια σου το πολυπόθητο λάφυρο, να υψωθείς πάνω από τα ταπεινά και τα αναγκαία, να αντλήσεις δύναμη από τις πηγές του εαυτού σου κι από τα συναπαντήματα του τυχαίου, να προσφέρεις σαν αντάλλαγμα χρόνο και χώρο από την ζωή σου, κόπο και δουλειά προσωπική. Μια ουτοπία που ενέχει όμως και ταξικά και συγκεκριμένα ιστορικά στοιχεία. Ετσι ο ταπεινός, λαϊκός αγγειοπλάστης, έχει να αντιμετωπίσει όχι μόνο τη δική του φτώχεια αλλά και γεωπολιτικές αιτίες και τις ξένες και εγχώριες εταιρείες, τους άπληστους ιδιοκτήτες μεταλλείων, την αστική τάξη των εμπόρων και με τις αμφίβολες συναλλαγές που έχουν σαν μόνο στόχο το κέρδος. …

Το επίμετρο με την μελέτη της Hélène Roussel (καθηγήτρια στο Βενσεν και το Σαίν Ντενί της Γαλλίας) είναι εξαιρετικό και προσφέρει μια αίσθηση "πληρότητας" με όλες τις πληροφορίες και τις αναλύσεις που δίνει για την ζωή, τις εξορίες, την πολιτική στάση και το έργο της Anna Seghers. Μ`έκανε πραγματικά να ξαναδώ την ιστορία του βιβλίου με άλλο μάτι.


Η Αννα είχε μεταναστεύσει το 1933 από την γερμανία στην Γαλλία. Το 1941 αναχωρεί και πάλι κυνηγημένη από την Μασσαλία μαζί με άλλους διανοούμενους(Λεβι-Στρως, Αντρέ Μπρετόν….) κι αφού δεν γίνεται δεκτή στις ΗΠΑ λόγω των αριστερών πολιτικών πεποιθήσεων, πέρασε από το νησί Ελλις στην Βέρα Κρους. Ετσι το Μεξικό έγινε ο τόπος εξορίας της που όμως τροφοδότησε την φαντασία της, την έμπνευσή της και πολλά από τα βιβλία της με εικόνες και θέματα. Από το 1947 επιστρέφει και ζεί στην ανατολική Γερμανία, γίνεται για πολλά χρόνια πρόεδρος της Ενωσης Συγγραφέων αλλά δεν καταφέρνει να υπερασπιστεί πολλούς συναδέλφους της που καταδικάζονται γιατί δεν ακολουθούν την επίσημη γραμμή του κόμματος. Τη χρονιά που γράφει κι εκδίδει το βιβλίο αυτό η Seghers, ήταν εποχή σκληρότητας και διωγμών. Η συγγραφή του συγκεκριμένου βιβλίου μοιάζει να είναι μια μορφή αντίδρασης. Σύμφωνα με την Hélène Roussel "Για τους Γερμανούς αναγνώστες είναι σαφής ο υπαινιγμός: αυτό το μπλε υποδηλώνει το «γαλάζιο λουλούδι» που ονειρεύεται ο ήρωας του μυθιστορήματος(1802) του Νοβάλις, Χάινριχ φον Οφτερντινγκεν, το οποίο στην ολοκλήρωση μιας εσωτερικής αναζήτησης αποδεικνύεται σύμβολο της ποίησης και πιο συγκεκριμένα για τον γερμανικό ρομαντισμό, της πιο υψηλής μορφής της καλλιτεχνικής δημιουργίας….Η Αννα δανείζεται από τον ρομαντισμό τη βασική ιδέα του εσωτερικού ΠΟΘΟΥ, της νοσταλγίας που είναι η βάση όλης της τέχνης και πρέπει να συντηρηθεί σαν μια ιερή φλόγα…"

«Με τη σκέψη αυτή αποκοιμήθηκε. Συνέχισε να ταξιδεύει στο όνειρό του όλο και πιο βαθιά στα βουνά, που άλλα ήταν δασωμένα κι άλλα γυμνά….Απίστευτη ελπίδα, τέτοια που ποτέ στη ζωή του δεν είχε νιώσει, τον γέμισε….η ελπίδα ήταν πολύ έντονη για να την αντέξει…κοίταξε τα ήρεμα μάτια του μουλαριού, όπου δεν διάβασε απογοήτευση ούτε ελπίδα, μόνο ακούραστη υπομονή….μέσα από κάθε άνοιγμα στα δίχτυα, ακτινοβολούσε από τα φρεσκοψημένα πιατικά το μπλε, που ξαφνικά του το είχαν στερήσει.» 65-66
Η ενασχόλησή μου με το μπλε της Anna Seghers μου θύμισε δυο άλλα πολύ ιδιαίτερα μπλε:

-το "ηλεκτρικό" μπλε του Yves Klein που πήρε τον κωδικό The International Klein Blue (ΙΚΒ)


-το μπλε του Χουαν Μιρο στους πίνακές του με τον τίτλο Βlue Ι. ΙΙ. ΙΙΙ. για το οποίο αναρωτιώταν στα ημερολόγια του αν ήταν πράγματι αυτό το μπλε των ονείρων του.




Thursday, June 3, 2010

Η κουλτούρα του φαγητού...




Nicole Mones, Ο τελευταίος Κινέζος σεφ, Μελάνι 2008, Μετάφραση Μυρσίνη Γκανά, σελ 413 (μυθιστόρημα).


Μέσα από την προσωπική ιστορία αναζήτησης μιας Αμερικανίδας στη Κίνα και την γνωριμία και επαφή της μ`έναν κινέζο σεφ, σκιαγραφούνται οι βάσεις, οι κατευθύνσεις και οι τονισμοί της κινέζικης γαστρονομίας και της κουλτούρας του φαγητού.

Μια Αμερικανίδα αρθρογράφος γευσιγνωσίας , η σαραντάρα, χήρα Μάγκι ΜακΕλρόι, πηγαίνει στην Κίνα για δύο λόγους. 1) Να αναζητήσει την αλήθεια για μια καταγγελία πατρότητας σε βάρος του νεκρού άντρα της, απ`ότι φαίνεται είχε παράνομο δεσμό και παιδί στην χώρα. 2) Να πάρει συνέντευξη από έναν κινέζο σεφ, απόγονο μιας γενιάς αυτοκρατορικών σεφ, για να την δημοσιεύσει στο περιοδικό που εργάζεται. Αυτοί είναι οι δύο κινητήριοι μοχλοί που κάνουν την πλοκή να κινείται και ν`αρθρώνεται. Από κει και πέρα έχουμε διάφορες παρένθετες ιστορίες κι εμβόλιμες φωνές: ένας διαγωνισμός μαγειρικής, η ζωή του κινέζου σεφ και η σχέση του με την παράδοση, τους θείους του και τον πατέρα του, η παράδοση της αυτοκρατορικής κουζίνας και τα εμβόλιμα κομμάτια από ένα (φανταστικό)βιβλίο ιστορίας και τεχνικής της κινέζικης μαγειρικής, η αμερικάνικη παροικία και οι σχέσεις της με τους γηγενείς, η οικογένεια και οι δομές στην σύγχρονη κινέζικη κοινωνία...

Η αφηγήτρια κάνει ουσιαστικά ένα ταξίδι αυτογνωσίας. Ζυγίζει το παρελθόν και το μέλλον της, δεν θέλει ν`αφήσει σκιές και ασάφειες πάνω σε ότι έχει ζήσει ως τώρα. Αφήνεται στις νέες γεύσεις μιας διαφορετικής κουζίνας κι ενός διαφορετικού πολιτισμού κι αφήνει μια νέα σχέση να διαπεράσει τα σύνορα της μόνωσης και του πένθους.. Μαθαίνει κι αφήνεται.

Χωρίς να είναι κάτι εξαιρετικό, είναι ένα ευχάριστο ανάγνωσμα για όλες τις ώρες. Τέρπει την φαντασία και δίνει σημαντικές πληροφορίες για την αισθητική, τις δομές και τις ιδιαιτερότητες της κινέζικης κουλτούρας για το φαγητό και την γαστρονομία, αλλά και για πλευρές της κοινωνικής ζωής, του πολιτισμού και της ιστορίας της Κίνας. Βέβαια κάποιες φορές το αληθινό μοιάζει αληθοφανές ή σχεδόν σκηνοθετημένο, κυρίως σε ότι έχει να κάνει με την παράλληλη προσωπική ιστορία της ηρωίδας. Σε κάποια σημεία θυμίζει αμερικάνικη ταινία. Αλλά γενικά είναι απολαυστικό και μπορεί να σου ανοίξει την όρεξη και να σε ωθήσει στην κουζίνα για πρακτική.

-----------------------------

« Δάγκωσε άλλο ένα κομμάτι κοτόπουλο, χυμώδες, μαλακό, άψογο. Την έκανε να λιώνει, την παρηγορούσε. Της έδινε μια στέγη πάνω από το κεφάλι της και μια ζεστασιά γύρω της που την έκανε να νιώθει ότι , αν και η αγωνία της ήταν ακόμη εκεί μαζί της, ήταν, για λίγο, κάτι που μπορούσε να αντέξει. Έκλεισε τα μάτια της απολαμβάνοντας την ανακούφιση….»122

«Έχουμε τα κλασικά ιδεώδη σχετικά με τη γεύση και την υφή…
Τέχνασμα. Ψευδαίσθηση. Το φαγητό πρέπει να είναι κάτι παραπάνω από απλή τροφή. Θα πρέπει να προκαλεί και να εξιτάρει το μυαλό. Έχουμε πολλά πιάτα που φτάνουν στο τραπέζι μοιάζοντας με κάτι και αποδεικνύεται πως είναι κάτι άλλο….Προσπαθούμε να ξεγελάσουμε για μια στιγμή αυτόν που τρώει. Αυτό προσθέτει ένα διανοητικό παιχνίδι στο γεύμα….
Πες το θέατρο. Τα πάντα στη κινέζικη κοινωνία έχουν να κάνουν με το θέατρο. Όχι μόνο το φαγητό. Υπάρχει επίσης η θεραπευτική προσέγγιση. Χρησιμοποιούμε το φαγητό για καλύτερη υγεία…Πιστεύουμε πως κάθε συστατικό διαθέτει ορισμένες αρετές –θερμό, ψυχρό, ξηρό. Υγρό, ξινό, καυτερό, πικρό, γλυκό κτλ. Και πιστεύουμε ότι πολλά προβλήματα οφείλονται στο ότι αυτά τα στοιχεία δεν βρίσκονται σε ισορροπία. …» σελ 61





*Στο τέλος υπάρχει σημείωμα της συγγραφέως που μιλά για την ζωή της στην Κίνα και τις δουλειές που έκανε εκεί. διευκρινίζει ότι ο τελευταίος Κινέζος σεφ είναι έργο μυθοπλασίας. Ευχαριστεί τους ανθρώπους που την βοήθησαν να καταλάβει την κινέζική κουζίνα, σεφ και μη, και παραθέτει κάποια βασικά βιβλία που συμβουλεύτηκε.

http://nicolemones.com/index.php

http://calitreview.com/227

http://www.kqed.org/arts/programs/writersblock/episode.jsp?essid=16980

Wednesday, June 2, 2010

Το μπλέ δωμάτιο


Georges Simenon, Το μπλέ δωμάτιο, μετάφραση Α. Μακάρωφ, Αγρα 2003, 210 σελίδες
(La chambre bleue, 1964).
-Επίμετρο 1, Γράμματα επώνυμων αναγνωστών προς τον Σιμενόν(Μαξ Ζακόμπ, Αντρέ Ζίντ, Χένρυ Μίλλερ, Φ. Φελλίνι κ.α.)
-Επίμετρο 2, Βιογραφία του συγγραφέα.


"Το δωμάτιο ήταν μπλε, μπλε λουλακί, είχε σκεφτεί μια μέρα ένα λουλακί πού του θύμιζε τα παιδικά του χρόνια και τα μικρά σακουλάκια από εταμίνα γεμάτα με μπλε σκόνη πού ή μητέρα του τα διέλυε στη σκάφη της μπουγάδας πριν από το τελευταίο ξέβγαλμα των ασπρόρουχων, πριν πάει να τ’ απλώσει στα γυαλιστερά χόρτα του αγρού. Θα πρέπει να ήταν πέντε ή έξι χρονών τότε, και αναρωτιόταν τί θαύμα γινόταν και το λουλακί χρώμα μπορούσε κι έκανε τα ρούχα πιο λευκά.

Αργότερα, πολύ μετά το θάνατο της μητέρας του, το πρόσωπο της οποίας είχε αρχίσει να ξεθωριάζει στη μνήμη του, είχε αναρωτηθεί επίσης γιατί οι άνθρωποι πού ήταν τόσο φτωχοί όπως και οι ίδιοι, ντυμένοι με μπαλωμένα ρούχα, έδιναν τόση σημασία στη λευκότητα των ασπρόρουχων". σελ 10-11

Κεντρικός ήρωας, ο Τόνυ Φαλκόνε, ιταλικής καταγωγής, που κατηγορείται και ανακρίνεται για τον προσχεδιασμένο θάνατο της γυναίκας του Ζιζέλ με αρσενικό, σε αντιπαράθεση με την ερωμένη του Αντρέ Ντεσπιέρ η οποία φαίνεται ότι σκότωσε από την μεριά της τον σύζυγό της. Στα μάτια της μικρής κλειστής κοινωνίας και των διωκτικών αρχών φαίνεται πως έχουμε μια συνωμοσία, ένα διπλό οργανωμένο έγκλημα από τους δύο εραστές με σκοπό να απελευθερωθούν από τα δεσμά των γάμων τους για να ζήσουν ανενόχλητοι τον έρωτά τους. Είναι όμως πράγματι αυτή η αλήθεια;

Ο Σιμενόν μας δίνει τα στοιχεία διαδοχικά και με επιβράδυνση, άλλοτε σαν μέρος της ανάκρισης κι άλλοτε σαν σιωπηλές, ιδιωτικές αναμνήσεις του ήρωα. Μοιάζει σαν ένας ιστός από γεγονότα, σκέψεις κι αισθήματα που ξεκινά να ξετυλίγεται με αφετηρία και κέντρο το μπλέ δωμάτιο ενός ξενοδοχείου, στο οποίο έλαβε χώρα η τελευταία ερωτική συνεύρεση των δύο εραστών.


Δυνατή πλοκή με αναπάντεχα κι αποκαλύψεις και ψυχογραφική ανάλυση των χαρακτήρων χαρακτηρίζουν και αυτό το μυθιστόρημα του Σιμενόν. Σκιαγραφούνται με οικονομία οι άνθρωποι, οι προθέσεις τους, οι ενδόμυχες σκέψεις τους, οι αντιδράσεις τους...χωρίς όμως τίποτα να είναι στατικό και παγιωμένο, όλα επιδέχονται μια δεύτερη ανάγνωση, όλα είναι θέμα οπτικής γωνίας. Στο τέλος βλέπουμε ότι το περίγραμμα πραγματικότητας που σχεδιάζεται δεν είναι και τόσο ακριβές, μοιάζει πιο πολύ με έλευθερο και γρήγορο σκίτσο παρά με τελειωμένη ζωγραφική αναπαράσταση. Μας βάζει σαν αναγνώστες στο κυνήγι της αλήθειας. Δεν λείπουν τα "σχόλια" πάνω στην κοινωνία, την ψυχολογία της μάζας-αγέλης και τις τακτικές του τύπου.


Για μια ακόμη φορά βρισκόμαστε στο μυαλό του ήρωα-παραβάτη-εγκληματία που αντιμετωπίζει τον ίδιο του τον εαυτό και στέκεται απελπιστικά μόνος του απέναντι σε ολόκληρη την κοινωνία. Διατηρούμε μέχρι το τέλος αμφιβολίες για τις προθέσεις του και για το αν πράγματι είναι ένοχος. Πως περναμε στην "άλλη πλευρά";

Εχουμε μια ασφυκτική, μικρή κοινωνία που όλα τα γνωρίζει, τα σχολιάζει και φυσικά βγάζει την ετυμηγορία της αμέσως. Μια μικρή κοινωνία φαινομενικά φιλήσυχη, αλλά και καχύποπτη, που έχει ανάγκη από δολοφόνους και συνωμοσίες, που είναι έτοιμη να κατασπαράξει αυτούς που θεωρεί ενόχους ακόμη κι αν δεν έχει αρκετές αποδείξεις.

-----------------------------

"Υπήρχε κάποια αλήθεια που την αισθανόταν συγκεχυμένα αλλά ήταν ανίκανος να την εκφράσει. Του φαινόταν πως έγβαινε από τις φράσεις που είχαν ειπωθεί στις 2 Αυγούστου, αυτή την περίφημη 2α Αυγούστου, που είχε ζήσει τόσο άδολα, χωρίς να διανοηθεί ότι θα συζητιόταν τόσο και ότι οι εφημερίδες θα την έκαναν πρωτοσέλιδο. Ο ανταποκριτής μιας μεγάλης παριζιάνικης εφμερίδας θα διατύπωνε μάλιστα πρώτος έναν τίτλο που θα τον χρησιμοποιούσαν κατόπιν όλοι οι συνάδελφοί του: Αχαλίνωτοι Εραστές*.
-Θα σου άρεσε να περάσεις όλη σου τη ζωή μαζί μου;
Είχε απαντήσει: Σίγουρα.
Δεν το αρνιόταν. Ο ίδιος είχε μεταφέρει αυτόν τον διάλογο στον ανακριτή. Αλλά το σημαντικό ήταν το ύφος. Μιλούσε χωρίς να πιστεύει αυτά που έλεγε. Δεν ήταν πραγματικά, Μέσα στο μπλέ δωμάτιο τίποτα δεν ήταν πραγματικό. Η μάλλον επρόκειτο για μια διαφορετική πραγματικότητα, αδιανόητη οπουδήποτε αλλού". σελ.89


"Επί δύο βδομάδες έπαιζαν το ίδιο παιχνίδι. Ο κόσμος ξεσηκωμένος από τον Τύπο, είχε στραφεί εναντίον του και απειλούσε ότι θα του κάνει κακό...
Του είχε συμβεί να δεί σε περιοδικά και στα επίκαιρα στον κινηματογράφο, κατηγορούμενους να τους προστατεύουν αστυνομικές δυνάμεις την ώρα που διέσχιζαν το πλήθος....
Τώρα είχε ό ίδιος αυτόν τον ρόλο με τη διαφορά ότι δεν σκέπαζε το πρόσωπό του. Να είχε άραγε κι εκείνος, όπως οι άλλοι, το βλέμμα κάποιου που δεν ανήκει πλέον στην κοινωνία των ανθρώπων και αναρωτιέται γιατί;" σελ 132


"Ομολόγησε πως το ήξερες, πως δεν περίμενες να τις ξαναβρείς ζωντανές! Καργιόλη μετανάστη! Κάθαρμα". σελ184


Notice bibliographique :

*Στο αυτόγραφο χειρόγραφο του συγγραφέα διακρίνονται δύο τίτλοι: 1)Το μπλε δωμάτιο 2)Οι αχαλίνωτοι εραστές. Προτιμήθηκε ο πρώτος τίτλος.

Tuesday, June 1, 2010

Τα πράγματα δεν έχουν έννοια, έχουν ύπαρξη.



"Το μυστήριο των πραγμάτων είναι πού;
Πού`ναι και δεν φαίνεται
τουλάχιστον να μας επιδείξει τ`είναι μυστήριο;
Τι ξέρει το ποτάμι γι`αυτό και τι ξέρει το δέντρο;
Κι εγώ που δεν είμαι περισσότερο απ`αυτά, τι ξέρω γι`αυτό;
Πάντα σαν κοιτάζω τα πράγματα και σκέφτομαι τι σκέ-
φτονται οι άνθρωποι γι`αυτά,
γελάω σαν νεροσυρμή που ηχεί δροσερή σε μια πέτρα.
Γιατί η μόνη απόκρυφη αίσθηση των πραγμάτων
είναι πως δεν έχουν απόκρυφη αίσθηση καμία,
είναι πιο περίεργο απ`όλα τα περίεργα
κι απ`τα όνειρα όλων των ποιητών
και τις σκέψεις όλων των φιλοσόφων
πως τα πράγματα είναι ό,τι φαίνονται πως είναι
και πως δεν υπάρχει τίποτα να καταλάβεις.

Κι αυτό`ναι ότι οι αισθήσεις μου έμαθαν μόνες:
τα πράγματα δεν έχουν έννοια, έχουν ύπαρξη.
Τα πράγματα είναι η μόνη απόκρυφη αίσθηση των πραγ-
μάτων".

Φερνάντο Πεσσόα, Ποιήματα του Αλμπέρτο Καέϊρο, εισαγωγή μετάφραση Φ.Δ.Δρακονταειδής,
εκδόσεις Γνώση, 1982