Monday, June 15, 2009

Jean Mattern: Les bains de Kiraly

Jean Mattern, Les bains de Kiraly, éditions Sabine Wespieser, Paris 2008, roman, 133 pages

  • Παρακολουθούμε την εσωτερική φωνή του ήρωα και την αδυναμία του να εκδηλωθεί εξωτερικά, να επικοινωνήσει αληθινά με τους άλλους, να εξοφλήσει τα χρέη του προς το παρελθόν, να ξεπεράσει την οδύνη ενός ανέκφραστου θρήνου, να συνειδητοποιήσει με καθαρότητα τις συντεταγμένες της ταυτότητάς του, τα συντάγματα της Γλώσσας του και να προχωρήσει μπροστά. Επώδυνος μουτισμός και ανέκφραστη οδύνη.
  • Το παρελθόν του ορίζεται από την σιωπή των γονιών του και τον θάνατο της αδερφής του.Οι γονείς του του στερούν κάθε πληροφορία και πρόσβαση στο παρελθόν της οικογένειας που οι ρίζες της είναι εβραικές και χαμένες κάπου στην Ούγγαρία. Του στερούν την μητρική γλώσσα την οποία ψιθυρίζουν πίσω από την πλάτη του, την προγονική θρησκεία και την δυνατότητα να βρεί καταφύγιο και ασφάλεια στις προγονικές οικογενειακές ιστορίες και διαδρομές. Μια σιωπή και μια στέρηση που πέφτει βαριά σαν σκιά πάνω στον ήρωα και τον ακολουθεί σε κάθε του στιγμή σφραγίζοντάς του την φωνή, την αληθινή φωνή της ψυχής του. Γι`αυτό τον λόγο και βρίσκει ευχαρίστηση στην εκμάθηση νέων γλωσσών, ιδιομάτων, νέων τρόπων σκέψης και έκφρασης. Θα γίνει μεταφραστής.
  • Ο θάνατος της αδερφής του σε τροχαίο ατύχημα και η άρνηση των γονιών του να συζητήσουν και να κοιτάξουν κατάματα τον πόνο. Το μότο του πατέρα του είναι κυνικό και απόλυτο: ο θεός δίνει, ο θεός παίρνει. Δεν καλύπτει τον πόνο και την οδύνη της απώλειας. Και αποτελεί ένα μόνιμο βάρος που θεωρεί ότι τον διαφοροποιεί από τους άλλους και για το οποίο αδυνατεί να μιλήσει.
  • Τα δύο βασικά πρόσωπα που καθορίζουν την ενήλικη ζωή του είναι ο φίλος του Λεό και η γυναίκα του Λάουρα. Με τον Λεό έχουν ένα κοινό, έχει χάσει κι αυτός την αδερφή του με επώδυνο τρόπο. Ο τρόπος που μιλάει για το θέμα αποτελεί την εξωτερίκευση της οδύνης και για τον δικό του κρυφό πόνο, αποτελεί την Φωνή που ο ίδιος δεν τολμά να αρθρώσει. Η γυναίκα του Λαουρα από την άλλη μεριά, αποτελεί ένα ευχάριστο καταφύγειο. Αυτό που τον τραβά κοντά της είναι το κρυστάλλινο και ανεπιτήδευτο γέλιο της, η ήρεμη και δίχως διακυμάνσεις ως τώρα ζωή της, ο απλός και άμεσος τρόπος να σκέφτεται και να εκφράζεται, ό,τι δηλαδή δεν είχε ο ίδιος. Με κανέναν από τους δύο όμως δεν καταφέρνει να ανοίξει αληθινά την ψυχή του και να επικοινωνήσει πραγματικά. Σε κανέναν δεν εμπιστεύεται το εσωτερικό του βάρος, την ψυχική και νοητική του αγωνία που έχουν να κάνουν με έναν ανέκφραστο θρήνο και με την αδυναμία του να βρεί την αληθινή του ταυτότητα, να ενταχθεί κάπου. Αισθάνεται Μόνος και Απομονωμένος,
  • Ολα αλλάζουν μετά από ένα ταξίδι στην Ουγγαρία για την δουλειά του, Νοιώθουμε ότι αποτελεί την αρχή μιας εσωτερικής εναντιοδρομίας που θα τον οδηγήσει πιο κοντά στην αλήθεια του και πιο μακριά από αυτούς που αγαπά. Οι έρευνες στα αρχεία για την ταυτότητα των προγόνων του, ο τάφος του παπού του, οι προσευχές στην συναγωγή, συνειδητά και ασυνείδητα νοιώθει να πλησιάζει έναν χώρο που θα μπορούσε να ενταχθεί χωρίς όμως να μπορεί να εκλογικεύσει τίποτα απ`όλα αυτά. Μοιάζει να κρατά στα χέρια του κλειδιά και στοιχεία ενός αινίγματος που όμως αδυνατεί να χρησιμοποιήσει,
  • Τέλος, η εγκυμοσύνη της γυναίκας του και ο μελλοντικός ερχομός ενός παιδιού πυροδοτούν τον τρόμο του. Ο ίδιος αγνοεί την ταυτότητά του και αδυνατεί να κουβαλήσει τα δικά του φορτία. Πως θα αντιμετωπίσει ένα παιδί, τι γλώσσα θα του διδάξει, ποιά ιστορία θα του κληροδοτήσει....η μόνη λύση είναι η φυγή. Εξαφανίζεται χωρίς να δώσει εξηγήσεις σε κανέναν. Ζει μακριά από τον ως τότε γνωστό κόσμο του και συχνάζει στην συναγωγή καθώς οι προσευχές στα εβραικά μοιάζουν να μιλάνε μέσα του με έναν τρόπο ενστικτώδη και άλογα βιωματικό.
Ενα μυθιστόρημα που αγγίζει τις μυστικές χορδές της άφατης φωνής ενός ήρωα, ψυχικά και υπαρξιακά φορτία, αδυναμία επικοινωνίας και εναγώνια αναζήτηση ταυτότητας και απόδοσης αληθινού νοήματος σε μια ζωή που παρασύρρεται στο ρεύμα του χρόνου...Παρ`όλο που έχουμε τα υλικά για ένα δυνατό μυθιστόρημα και την ιδιέταιρα εσωτερική φωνή του συγγραφέα, κάτι στο τέλος μένει μεταίωρο, μια αίσθηση ανικανοποίητου...
Tous ces hommes ont fait résonner le mot pardon au plus profond de moi. Si je n'avais pas peur du ridicule, je dirais que leur prière me transperça les entrailles. Oui: une sensation violente dans le bas-ventre, que je ressentis, comme une épée plantée en moi, me coupant en deux.....

Le jeûne et les prières de Yom kippour ne m'ont absous de rien. Je me plais à imaginer que je ne crois en aucun Dieu. Pourtant, je me trouvais au milieu de ces hommes qui paraissent convaincus de la puissance de leur confession collective, j'étais bouleversé par leurs visages, leurs voix. Eux reviennent tous les ans dans cette synagogue obtenir le pardon de leur Dieu après avoir obtenu celui de leurs proches. Et moi? Je ne suis pas devenu fou. Aucun miracle ne m'a transformé en croyant, ce jour-là.
MAIS grâce à des inconnus en prière, des inconnus ignorant tout de moi, une certitude qui avait racine en moi à l'âge de dix ans est mort: je ne suis plus sûr que les mots soient vraiement insuffisants. Aucun dictionnaire ne vient à mon secours. Je n'ai appris qu'à traduire. Traduire, oui, mais quoi? Mes sentiments, mes erreurs, mes fautes, ma peur? Comment trouver ces mots nouveaux, des mots qui ne seraient pas seulement les vocables des autres? Des mots utiles, et surtout: les miens....

Je ne possède aucune photo de mon fils. Son visage porte-t-il encore la moindre ressemblence avec ces ancêtres dont je viens d'apprrendre l'existence? Mais surtout: saura-t-il comprendre mieux que moi?....

La rue dans la laquelle se trouve la synagogue porte ce nom étrange, the Exchange/ L'Echange. M'est-il encore permis d'echanger une autre vie contre la mienne? Ouvrir une nouvelle porte, et trouver un autre chemin?

No comments:

Post a Comment