Jonathan Littell, Ευμενίδες, μτφρ. Αγγελος Φιλιππάτος, Λιβάνη 2008, σελ 951
Jonathan Littell, Les bienveillantes, 2006 / The Kindly Ones(στην αγγλική μετάφραση)
Κέρδισε το μεγάλο βραβείο μυθιστορήματος της Γαλλικής Ακαδημίας καθώς και το βραβείο Goncourt το 2006.
Υπάρχει αφιέρωση στην αρχή του βιβλίου: Στους νεκρούς.

Ο συγγραφέας έχει δηλώσει ότι έχει δουλέψει πολλά χρόνια για τη συγγραφή του βιβλίου ψάχνοντας σε αρχεία, μαρτυρίες, ντοκουμέντα, ταινίες, ιστορικές έρευνες, στρατιωτικά και διοικητικά έγγραφα, και έχοντας ταξιδέψει για επιτόπια έρευνα σε αρκετές χώρες. Ο τίτλος παραπέπμει στην ομώνυμη τραγωδία του Αισχύλου και στο δίπολο Ερινύες-Ευμενίδες, στις έννοιες έγκλημα-τιμωρία, τύψεις-καθαρμός, σκληρότητα-επιείκια, δίκαιο-άδικο.
Ακολουθώντας την δομή μιας σουίτας του Μπάχ ή των μουσικών έργων για κλαβεσάν του Rameau και του Couperan, αγαπημένων συνθετών του αφηγητή, χωρίζει το βιβλίο σε εφτά μέρη: μετά την εισαγωγική toccata ακολουθούν έξι ρυθμοί/χοροί (allemande I, II, courante, sarabande, menuet en rondeaux, air, gigue) συνθέτοντας έναν μακάβριο χορευτικό κύκλο. Εκτός από το πρώτο κεφάλαιο, σε όλα τα υπόλοιπα ακουλουθείται αυστηρή χρονολογική σειρά στην αφήγηση των "ιστορικών" γεγονότων, με κάποια πισογυρίσματα που αφορούν μόνο τη προσωπική ζωή και τη παιδική ηλικία του ήρωα.
1.Toccata (13-36): δεκατία του εδομήντα, ο αφηγητής μας πληροφορεί για το παρόν, δουλεύει σ΄ένα εργοστάσιο παραγωγής δαντέλας στη βόρεια Γαλλία, πιθανόν στο Καλέ όπου ανθούσε για πολλά χρόνια η βιοτεχνία του υφάσματος. Ζεί μια ήρεμη και ταχτοποιημένη ζωή, με τη γυναίκα και τα δίδυμα παιδιά του, χωρίς να τον συνδέει κάποια ιδιαίτερη σχέση αγάπης μαζί τους. Παράλληλα μας πληροφορεί για το παρελθόν του και τον ρόλο του στη ναζιστική Γερμανία ως μέλος των Einsatzgruppen(τάγματα θανάτου, SS, Gestapo, Kripo, SD που ακολουθούσαν και συνεργάζονταν με την Wehrmacht/ένοπλες δυνάμεις).Μας παρουσιάζει τον σκοπό της συγγραφής, που είναι η αφήγηση της ιστορίας του κατά τον πόλεμο χωρίς να ζητά να απολογηθεί ή να αποδώσει ευθύνες. Είναι καλό, όταν κάποιος καταφέρει να τελειώσει την ανάγνωση των 950 σελίδων, να επιστρέψει και να ξαναδιαβάσει αυτό το πρώτο κεφάλαιο, όπου ο αφηγητής δίνει τις δικές του εξηγήσεις όταν όλα έχουν τελειώσει.
"Frères humains, laissez-moi vous raconter comment ça s`est passé...il`s`agit d`une sombre histoire, mais édifiante aussi, un veritable conte moral..."
"Αδέρφια μου, συνάνθρωποί μοι, επιτρέψτε μου να σας αφηγηθώ πως συνέβησαν όλα. Δεν είμαστε αδέρφια σου και δε θέλουμε να τα μάθουμε, θα μου απαντήσετε. Η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για μια δραματική αλλά εποικοδομητική ιστορία, για ένα πραγματικό παραμύθι με ηθικό δίδαγμα, σας διαβεβαιώνω...Εξάλλου σας αφορούν: θα δείτε ότι σας αφορούν. Μη νομίζετε ότι θα προσπαθήσω να σας πείσω για οτιδήποτε... "
"Αν έπειτα από τόσα χρόνια αποφάσισα να γράψω την ιστορία μου, είναι για να βάλω σε μια σειρά όσα έγιναν, όχι για σας, αλλά για μένα....Μετά τον πόλεμο έζησα διακριτικά. Δόξα τω θεώ, δε χρειάστηκε ποτέ, όπως έκαναν μερικοί πρώην συνάδελφοί μου, να γράψω τα απομνημονεύματά μου για να δικαιολογηθώ, επειδή δε χρειάζεται να δικαιολογήσω τίποτα.... Δε μετανιώνω για τίποτα: έκανα τη δουλειά μου, αυτό είναι όλο....
Εξάλου οι άνθρωποι ξεχνούν γρήγορα. Το διαπιστώνω καθημερινά. Ακόμη και όσοι έξησαν τον πόλεμο, αναφέρονται σχεδόν πάντα σ`αυτόν χρησιμοποιώντας στερεότυπες σκέψεις και φράσεις.... ένας σάπιος συναισθηματισμός, μια νεκρή, αποκρουστική γλώσσα."
"Εδώ και πολλά χρόνια η σκέψη του θανάτου είναι πιο κοντά μου και απο τη φλέβα του λαιμού μου, όπως αναφέρει η τόσο όμορφη φράση του Κορανίου"
"...αυτό που έλεγε ο Σοφοκλής: Αυτό που περισσότερο απ`όλα πρέπει να προτιμάς, είναι να μην είχες γεννηθεί. Εξάλλου, και ο Σοπενχάουερ έχει γράψει περίπου το ίδιο: θα ήταν προτιμότερο να μην υπήρχε τίποτα. Καθώς στη Γη υπάρχει περισσότερος πόνος παρά ευχαρίστηση...η αγωνία του ζώου που το κατασπαράζουν είναι μεγαλύτερη από την ευχαρίστηση αυτού που το κατσπαράζει".
2.Allemand I,II(37-332): ακολουθούμε τον αφηγητή-πρωταγωνιστή, τον δόκτωρ Μαξιμίλιαν Άουε, στο ανατολικό μέτωπο του πολέμου, στην Ουκρανία, την Κριμαία και τον Καύκασο. Παρακολουθούμε τη ωμή σφαγή χιλιάδων Εβραίων και Μπολσεβίκων. Αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε τις διαμάχες και τις κόντρες ανάμεσα στα διάφορα στρατιωτικά σώματα και τάξεις. Γινόμαστε μάρτυρες μιας σκληρής διαμάχης στους κόλπους της γερμανικής γραφειοκρατίας (με γλωσσολογικά και ανθρωπολογικά επιχειρήματα)για το αν μια ξεχασμένη φυλή του Καυκάσου είναι όντως εβραϊκή ή όχι και για την τύχη που θα πρέπει να τις επιφυλάξουν οι Γερμανοί. Το κεφάλαιο τελειώνει με την δυσμενή μετάθεση του αφηγητή στο Στάλιγκραντ.
3. Courante (333-420): Η πολιορκία του Στάλιγκραντ. Τα σημάδια της αδυναμίας. Ο διάλογος με τον μπολσεβίκο αιχάλωτο για τις διαφορές και τις ομοιότητες του εθνικοσοσιαλισμού και του σοσιαλισμού. Ο τραυματισμός του αφηγητή από σφαίρα στο κεφάλι και η σωτηρία του από θαύμα. Εξαιρετικές οι σελίδες της παραληρηματικής περιπλάνησης στον ονειρικό κόσμο κατά την διάρκεια της ανάρρωσης, στα ρύματα κάτω από την παγωμένη επιφάνεια του ποταμού, στο ονειρικό αερόστατο, στις λευκές χιονισμένες κοιλάδες, με πρωταγωνίστρια την δίδυμη αδερφή του ήρωα.
4.Sarabante (421-520): Ο Μαξ Άουε αναρρώνει από το τραύμα του, παρασημοφορείται σαν ήρωας και προάγεται. Περνά κάποιο διάστημα στη Γαλλία, βρίσκει παλιούς φίλους και επισκέπτεται την μητέρα του και τον πατριό του στην Αντίμπ, με τους οποίους δεν είχε ιδιαίτερα καλές σχέχεις. Οι γονείς του δολοφονούνται άγρια. Δεν γνωρίζουμε (ούτε οι αναγνώστες ούτε ο ήρωας ) αν ήταν αυτός ο δράστης του φριχτού εγκλήματος. Φεύγει σαν κυνηγημένος κι επιστρέφει γρήγορα στο Βερολίνο.
5.Menuet en rondeaux (521-834): αποτελεί το μεγαλύτερο κεφάλαιο του βιβλίου. Ο Μαξ Άουε προωθείται από κάποιους υψηλά ιστάμενους και αναβαθμίζεται. Εργάζεται στο πλευρό του Heinrich Himmler. Παρακολουθούμε εκ των έσω πρόσωπα, χαρακτήρες, προσωπικές φιλοδοξίες, αντικρουόμενες ιδεολογίες, διαπλοκές (Himmler, Eichmann, Rudolf Höß, Speer). Η γερμανική γραφειοκρατία και η τελική λύση, το δίλημμα: εξόντωση όλων των Εβραίων ή χρησιμοποίησή τους ως εργατικό δυναμικό στη πολεμική βιομηχανία της Γερμανίας. Επίσκεψη στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, οργάνωση και συνθήκες κράτησης. Επιχείρηση στην Ουγγαρία. Παραληρηματικός πυρετός, μονόλογοι για την ευθύνη/γνώση των απλών ανθρώπων-ενοχές. Συνεχόμενοι βομβαρδισμοί στο Βερολίνο, ήττες, πτώση του ηθικού, πραξικόπημα εναντίον του Χίτλερ, εσπευσμένη εκκένωση του Αουσβιτς από φόβο να μην πέσει στα χέρια των Ρώσων. Αστυνομικοί τον κατηγορούν για τον φόνο της μητέρας του και του πατριού του.
6. Air (835-880): Ο ήρωας περνά μερικές εβδομάδες μακριά από το βομβαρδιζόμενο Βερολίνο και τα πεδία των μαχών, στο έρημο σπίτι της αδερφής του, στη Πομεναρία (περιοχή στις ακτές της Βαλτικής που μοιράζεται στη Γερμανία και τη Πολωνία). Χάνει την αίσθηση του χρόνου και της πραγματικότητας, βυθίζεται σε μια ονειρική διάσταση, αφήνεται στα πάθη του και την αιμομικτική εμμονή του για την αδερφή του Ούνα. Άκρατος ερωτισμός και παραλήρημα, σεξουαλική υπερδιέγερση και καταβύθιση στο φαντασιακό βυθό, χίμαιρες και φαντάσματα.
7.Gιgue (881-939): προέλαση των Ρώσων, περιπετειώδης φυγή από το κτήμα της αδερφής του, επιστροφή σ`ένα κατεστραμένο και καιόμενο Βερολίνο όπου επικρατεί το χάος και η αναρχία λίγο πριν το τέλος. Αποκτήνωση.
Την ώρα που μπαίνουν τα ρώσικα τανκς στη πόλη, οι παλιοί λογαριασμοί μοιάζουν να ξεκαθαρίζουν μέσα στη ¨θεατρική σκηνή" του κατεστραμένου ζωολογικού κήπου. Οι δύο αστυνομικοί που τον κατατρέχουν σαν ερινύες καιρό τώρα για τον φόνο των γονιών του σκοτώνονται από ελεύθερα πυρά, ενώ ο Αουε δεν διστάζει να σκοτώσει τον καλύτερο φίλο του, που του είχε σταθεί όλα τα προηγούμενα χρόνια, προκείμενου ν`αφήσει τη δική του ταυτότητα στη τσέπη του φίλου του και να καρπωθεί μια νέα, ψεύτικη γαλλική ταυτότητα ώστε να μπορέσει να διασωθεί και να περάσει ατιμώρητος στη Γαλλία. Εχει πλέον ξεκαθαρίσει με το παρελθόν του (τελευταία φράση: "οι ευμενίδες ξαναβρήκαν τα ίχνη μου").
Ο 'Ηρωας
Ο ήρωας-αφηγητής έχει κάποιες ιδιαιτερότητες (μερικές από τις οποίες μοιάζει να ικανοποιούν κάποια κλισέ και στερότυπα για τους ναζί). Είναι διανοούμενος, νομικός και γνώστης της λογοτεχνίας (συχνές λογοτεχνικές αναφορές πχ Σταντάλ, Μπλανσό, Φλωμπέρ, αλλά και σύνδεση με τους Brasillach et Rebatet). Μιλά γαλλικά, λατινικά και αρχαία ελληνικά. Αγαπά με πάθος τη μουσική. Δεν μπορεί να αποδεχτεί την εγκατάλειψη από τον πατέρα του. Είναι ομοφυλόφιλος, αιμομίκτης (από τη σχέση του με την αδερφή του αποκτά δίδυμα) και μητροκτόνος(γεγονός που δεν επιβεβαίωνεται αλλά υπονοείται). Η ζωή του και ο χαρακτήρας του πράγματι θα μπορούσαν να δώσουν υλικό για μια τραγωδία. Εκτός από τον τίτλο, θα μπορούσαμε να διακρίνουμε κι αλλους παραλληλισμούς με την τριλογία του του Αισχύλου Ορέστεια: Ο Ορέστης σκοτώνει την μητέρα του για να εκδικηθεί την δολοφονία του πατέρα του. Ο Μαξ Αουε κατηγορεί την μητέρα του για την φυγή του πατέρα του και την κήρυξή του ως αποθανόντα μετά την εξαφάνισή του. Επιστρέφει μετά από χρόνια στο πατρικό σπίτι και ακολουθεί η δολοφονία της μητέρας του και του πατριού του με τσεκούρι, χωρίς να περιγράφεται η σκηνή. Αυτοδικία και "απόδοση δικαιοσύνης".
Ο ίδιος ο συγγραφέας δηλώνει για τον ήρωά του ότι διάλεξε το όνομα τυχαία, μέσα από μια μεγάλη συγκεντρωτική λίστα ονομάτων, επειδή του άρεσε η ιδέα για ένα όνομα που να μην περιέχει σύμφωνα: Άουε. Και μάλιστα αναφέρει ότι μετά την έκδοση του έργου έλαβε ένα γράμμα από κάποιον στην Αμερική που είχε ακριβώς το ίδιο όνομα Maximilien Aue.
Conférence du 24 avril 2007, De l'abjection à la banalité de mal, ENS /
Table ronde autour de "Les bienveillantes" de Jonathan Littell
http://www.diffusion.ens.fr/index.php?res=conf&idconf=1726 :
*
Πρόκειται για "επικό έργο", έναν λογοτεχνικό άθλο, όχι μόνο για το μέγεθος αλλά και για όλη την έρευνα, τη σχολαστικότητα και την απίστευτη δουλειά που κρύβεται πίσω από κάθε σελίδα. Εχει στοιχεία από λογοτεχνικά απομνημενεύματα και αυτοβιογραφία. Σε κάθε σκηνή καταλαβαίνουμε το αποτύπωμα της ιστορίας και της πραγματικής πραγματικότητας να συμπιέζουν τη μεμβράνη της λογοτεχνικότητας. Σε κάποιες στιγμές έχουμε απρόσωπη, αποστασιοποιημένη αφήγηση, με λεπτομερή παράθεση στοιχείων και ντοκουμέντων που θυμίζει ντοκιμαντέρ. Σε κάποια άλλα σημεία η αφήγηση χρωματίζεται απο συναισθήματα, σωματοποιείται η φρίκη και η τρέλα μέσα από τα συμπτώματα της υγείας του ήρωα. Η ατμόσφαιρα και η "αίσθηση" της εποχής αναπαριστάται ανάγλυφα από μικρές χαρακτηριστικές λεπτομέρεις. Μέσα από ένα λογοτεχνικό έργο όπου οι φανταστικοί ήρωες συγκατοικούν και συνομιλούν με υπαρκτά ιστορικά πρόσωπα, ξαναδιαβάζουμε και κατανοούμε την ιστορία από μια ιδιαίτερη οπτική. Γνωρίζουμε τη ναζιστική απολυταρχία και θηριωδία εκ των έσω, μέσα από τα ίδια τα γρανάζια του μηχανισμού της.
"How difficult was it to focus on the death squads in the Ukraine and various concentration camps? When you write, you don't think about the content, you think about the sentences, the grammar, the syntax, the rhythm. It's like a painter. Hieronymus Bosch was able to paint Hell by thinking how this black would go with that red. It's the same with writing."